Ο Σπαρτιατικός Στρατός ήταν, ίσως, η πιο τρομερή πολεμική μηχανή του αρχαίου κόσμου. Αυτή η πολεμική μηχανή με την απίστευτη πειθαρχία και εκπαίδευση κατάφερνε πολύ καλά επί αιώνες να καλύπτει το μεγαλύτερο και βασικότερο ελάττωμά της, που βεβαίως δεν ήταν άλλο από την αριθμητική της σύσταση. Οι Σπαρτιάτες οπλίτες φορούσαν πάντα κόκκινο μανδύα, γιατί κάλυπτε το αίμα εάν πληγώνονταν και επίσης, κατά το Λυκούργο, τρόμαζε κάτα κάποιον τρόπο τον αντίπαλο. Στις μάχες οι Σπαρτιάτες οπλίτες δεν φορούσαν σανδάλια, αλλά πήγαιναν ξυπόλητοι, ώστε να διατηρείται πιο σταθερή η φάλαγγα. Στη Σπάρτη υπήρχε η αντίληψη ότι οι στρατιώτες έπρεπε να γυρίσουν από τη μάχη νικητές ή πεθαμένοι, αν και δεν υπήρχε νόμος που καταδίκαζε αυτούς που εγκατέλειπαν τη μάχη, αλλά αυτοί τότε περιθωριοποιούνταν από την κοινωνία, όπως ο Αριστόδημος που έφυγε από τις Θερμοπύλες με διαταγή του Λεωνίδα να ειδοποιήσει ότι οι Έλληνες είχαν περικυκλωθεί. Είναι χαρακτηριστικό ότι πριν πάνε στη μάχη, όταν η μητέρα έδινε την ασπίδα στο γιο της, έλεγε “ή ταν, ή επί τας”, που σήμαινε ότι “ή με αυτήν θα γύριζε νικητής ή επάνω σε αυτήν νεκρός”.
Η στρατιωτική δομή του Σπαρτιατικού Στρατού ήταν η εξής: αρχηγός του στρατεύματος ήταν ο ένας από τους δύο βασιλείς που από το 506 π.Χ. και μετά ηγούταν της εκστρατείας. Δεύτερος στην τάξη ήταν ο πολέμαρχος, ο οποίος ήταν αρχηγός μίας από τις συνολικά έξι μόρες του Σπαρτιατικού Στρατού. Τρίτος στην ιεραρχία ήταν ο λοχαγός που ήταν διοικητής ενός λόχου, που ήταν το 1/4 κάθε μόρας. Τέταρτος στην ιεραρχία, ήταν ο πεντηκόνταρχος, ο αρχηγός του 1/8 κάθε μόρας, που ήταν γνωστή ως πεντηκοστύα. Πέμπτος και τελευταίος στην ιεραρχία ήταν ο ενωμοτάρχης, που διοικούσε τη μικρότερη μονάδα του Σπαρτιατικού Στρατού, την ενωμοτία, που ήταν το 1/16 μίας μόρας. Εκτός από το πεζικό, υπήρχε από τα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ. το Σπαρτιατικό ιππικό, το οποίο ήταν υπό την διοίκηση των έξι ιππαρμοστών, του αντίστοιχου αριθμού των ιππικών ταγμάτων. Ακόμη υπήρχε το σώμα των 300 ιππέων, που ήταν η επίλεκτη φρουρά του βασιλιά και στην πραγματικότητα ήταν πεζοί.
Ο οπλισμός των Σπαρτιατών δεν ήταν πολύ διαφορετικός από των άλλων Ελλήνων με τη μόνη διαφορά του χιτώνα και της ερυθρής χλαμύδας. Κατά την εποχή του Πελοποννησιακού Πολέμου, όλες οι ασπίδες των Σπαρτιατών είχαν γραμμένο το γράμμα Λ (λάμδα), που αντιπροσώπευε την Λακεδαιμονία. Επίσης είναι χαρακτηριστικό ότι άφηναν μακριά μαλλιά και χτενίζονταν πριν τις μάχες, που θεωρούταν την εποχή εκείνη κυρίως προ-Σπαρτιατικό χαρακτηριστικό. Την Αρχαϊκή Εποχή φορούσαν κορινθικό κράνος, περικνημίδες και μπρούτζινο θώρακα, αν και μετά τους Περσικούς Πολέμους, όταν και οι πόλεμοι γίνανε πιο ανοιχτοί[65] αντικατέστησαν τον μπρούτζινο θώρακα με το λινοθώρακα ή με τον πιο ελαφριό εξώμη. Κύρια όπλα τους ήταν το δόρυ, η ασπίδα και το ξίφος. Την εποχή του Κλεομένη του Γ’, τον 3ο αιώνα π.Χ. ο Σπαρτιακός Στρατός εξοπλίστηκε με την μακεδονική σάρισα.
Source